ênfase - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

ênfase - translation to ρωσικά


пафос      
ênfase (f)
ênfase f      
напыщенность, высокопарность, пафос
акцент      
acento (m) ; sotaque (m) ; ênfase (f)

Ορισμός

ênfase
sf (gr émphasis)
1 Vigor de expressão que salienta ou torna mais impressionante um assunto.
2 Proeminência especial dada na leitura ou oração a uma ou mais palavras ou sílabas (pela intensidade da voz, p ex), para atrair a atenção ou fazer sobressair a importância especial lógica ou emocional dessas palavras. Antôn: naturalidade, simplicidade.

Βικιπαίδεια

Ênfase

Entende-se por ênfase a propriedade de destaque de certas palavras, expressões ou ideias em uma determinada frase, em um determinado texto. Essa propriedade pode ser aplicada por meio de estruturas gramaticais, sintáticas ou semânticas, cuja estruturação varia de idioma para idioma.

Uma forma prática de enfatizar certas palavras na fala é pronunciá-las de um modo mais intenso, usando a entonação da voz.